Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

9

Μέσα στο μαγαζάκι, διάφορα μικροαντικείμενα, και συ διαλέγεις δύο μικρές κορνίζες: μια με μια πιπεριά αποξηραμένη κι ένα ακόμα με κόκκους από πιπεριά, για να στολίσεις το σπίτι σου.
Έχω βγει και σε περιμένω έξω. Δε θα τα έπαιρνα ποτέ για διακοσμητικά.
(...)
Βρέθηκα να κρατάω στα χέρια μου, ένα σακουλάκι με νεράτζι. Όχι καρπούς σε μορφή φρουί-γλασέ ή του κουταλιού. Σαν να ήταν γλυκά μικρά κλαδιά με ανθούς στην άκρη, μια περίεργη γεύση, και το άρωμα πιο έντονο από ποτέ. Τσιμπολογούσα.
(...)
Πάνω σ'ένα καράβι, τα λέγαμε με τον καπετάνιο, την ώρα που έπαιρνε τη στροφή για να μπει στο λιμάνι. Του μιλούσα από το μπάνιο, που στέγνωνα τα μαλλιά μου.

(Πρωινός καφές και τσιγάρα στις 4 με τον πατέρα. Η συζήτηση υπό συνθήκες ηρεμίας και κατανόησης. Πού να βρω λέξεις να εξηγήσω τις αλυσιδωτές αντιδράσεις της εγκεφαλικής μου λειτουργίας; Τέτοια ώρα..
Κι αν υπάρχουν, η καρδιά δεν τις αφήνει να ταξιδέψουν με τέτοια μποφόρ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: