Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

κάπως έτσι γίνεται..

Υπήρχε κάποτε, σ’ένα πολύ πολύ πολύ βρώμικο Βασίλειο (από κάθε άποψη), ένα πλάσμα πληθωρικά ευχάριστο και περίεργο. Κανένας δε γνώριζε την καταγωγή του. Έμοιαζε κορίτσι, σκεφτόταν-και όταν κάποιες φορές μιλούσε- σαν αγόρι, αγαπούσε σαν λουδούδι, και η όρεξη του συναγωνιζόταν την κούραση. Είχε πολλά και χαρούμενα μαλλιά, και γινόταν αντιληπτό τις περισσότερες φορές από τα παιδικά μάτια που τα μαγνήτιζε η ασυνήθιστη φόρμα του. Μερικοί έλεγαν μάλιστα, πως ήταν μεγάλη τύχη να το συναντήσεις στο δρόμο σου! Μια τρίχα από αυτό το πολύχρωμο κουβάρι , κι ένα χαμόγελο του άν έκλεβες, με ξόρκι μαγικό από δυο λέξεις μονάχα, έφτιαχνες φυλαχτό καλύτερο κι από λαγοπόδαρο ή κοκκαλάκι νυχτερίδας! Κυκλοφορούσε ελεύθερο, με το ρυθμό του, με τη δική του μουσική στο κεφάλι του.. Δε χοροπηδούσε, μα ούτε και σερνόταν. Με τον καιρό, είχε αποκτήσει της ιδιότητες του χαμαιλέωντα και τις χελώνας (αρχικά προσαρμοζόταν στο περιβάλλον, και μετά, χανόταν μέσα στο μαλλιαρό του κεφάλι) για να προστατεύεται.

Έτυχε κάποια μέρα να φτάσει στα μέρη εκείνα, σοφός δάσκαλος από μακριά, κι όλοι έτρεξαν για να ακούσουν τις σπουδαίες του κουβέντες. Μαζεύτηκε κόσμος στην πλατεία, από κάθε γωνιά της πόλης, (για κάποιους φυσικά, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαρία να πουλήσουν και τις πραμάτιες τους), και καθισμένοι , αφού ησύχασαν μασουλόντας τα καλαμπόκια τους, είχε φτάσει η στιγμή να ακούσουν τον μεγάλο του λόγο.. Κάποιος έπρεπε να αρχίσει... κάποιος έπρεπε να μιλήσει.. κανείς... σιωπή.. Κοιταζόντουσαν μεταξύ τους, και κανείς δεν καταλάβαινε τι γινόταν.. Όλοι περίμεναν.. κι ο δάσκαλος περίμενε.. Δεν είχαν την παραμικρή ερώτηση! Είχαν απαντήσεις, λύσεις, εξηγήσεις, αλλά δεν είχαν ούτε μισή ερώτηση! Ώσπου κάποια στιγμή, η σιωπή έσπασε σε χιλιάδες μικρά κομματάκια! Μια φωνή εύθραστη, που κανένας δεν είχε ξανακούσει, βγήκε μπροστά με ενθουσιασμό:
- Καλωσόρισες!!!
Με γουρλωμένα μάτια, και έκφραση έντονης απορίας, στριφογύριζαν τα κεφάλια τους αριστερά-δεξιά καθώς ψαχνόντουσαν μεταξύ τους. Έψαχναν με το βλέμμα τους, να δούνε από πού ακούστηκε αυτή η καθαρή λέξη με την τόσο μεγάλη λαχτάρα. Στην πλατεία που έμοιαζε με λίμνη, κάπου στην άκρη της, ομόκεντροι κύκλοι άρχιζαν να ανοίγουν σιγά-σιγά, ο ένας δίπλα στον άλλο – όπως όταν πετάς μια πετρούλα στο νερό – και να αποκαλύπτουν τον υπεύθυνο της ταραχής. Προς έκπληξη όλων, το πλάσμα με τα χαρούμενα μαλλιά, είχε φτάσει μέχρι εκεί για να συναντήσει τον σοφό. Τον πλησίασε, κι αγκαλιάστηκαν λές και γνωριζόντουσαν απο πάντα. Εκείνο, του έκανε νόημα να σκύψει για να του μιλήσει εμπιστευτικά. Του μιλούσε για κανένα πεντάλεπτο. Αυτός , κουνούσε το κεφάλι του σε ένδειξη κατανόησης και χάϊδευε τα γένια του με μια έκφραση ικανοποίησης. Στο τέλος, λίγο γέλασε και συμφώνησε. Είχε δίκιο..(μέσα στην ταραχή, η τριχόμπαλα, πρόλαβε να κρυφτεί..)

-Δεν έχω να σας πώ πολλά αυτή τη φορά. Για να σκεφτώ αν θα ξαναφέρω τη σοφία μου στον τόπο σας, θα πρέπει να καθαρίσετε το παλάτι, τους δρόμους, τα σπίτια σας, τα ρούχα σας, τα χέρια σας, τα μυαλά σας και τις καρδιές σας. Και τότε θα σας εμπιστευτώ, αλήθειες που είναι γραμμένες στ’ άστρα!

Μάζεψε την περήφανη παρουσία του, έγινε ταπεινά μικρός, και αποχώρησε από την πλατεία..
Όσοι είχαν μαζευτεί εκεί, τά ‘χασαν! Τί του είχε πεί? Γιατί δε μίλησε σ’αυτούς? Ποιές αλήθειες είναι γραμμένες στ’άστρα και δεν τις βλέπουν? Και πάνω απ’ όλα, γιατί να τα καθαρίσουν όλα αυτά??

Για να μη καθυστερούμε στην ιστορία μας (επειδή προβλέπεται happy end), μαζί μ’ένα τσουβάλι ερωτήσεις που έριξε ο σοφός στα πόδια τους, έσπειρε στου καθένα το μυαλό την περιέργεια και φύτρωσε το πείσμα! Το πείσμα με τη σειρά του, καρποφόρησε, κι έγινε σ’άλλους δύναμη, σε κάποιους ιδέα και σε λίγους έμπνευση.

Μια μανία τους έπιασε όλους να καθαρίζουν τα πάντα! Σκούπες και σαπούνια, επιστρατεύτηκαν στον αγώνα! Σε λίγο καιρό τα πάντα έλαμπαν!!Το Βασίλειο γυάλιζε από χιλιόμετρα μακριά! Όλα έμοιαζαν να είναι καθαρά. Αλλά ο σοφός, πουθενά.. Είχαν αρχίσει να απογοητεύονται..

(«..τα μυαλά σας και τις καρδιές σας..» αυτό πάλι πώς γίνεται???)

Πάνω που είχαν αρχίσει να αμφισβητούν τη “σοφία του σοφού”, έγινε κάτι που κανείς δεν το περίμενε. Το πλάσμα αυτό που για χρόνια θεωρούσαν ακατάδεκτο και φοβισμένο, κυκλοφορούσε στους δρόμους, έμπαινε στα καφενεία, τρύπωνε στα σπίτια και άφηνε –δήθεν- όλους να κλέψουν μια τρίχα από τα χαρούμενα μαλλιά του! Τους αποζημείωνε και μ’ ένα χαμόγελο για την αναστάτωση, κι έτσι, βρέθηκαν όλοι να έχουν τα συστατικά του φυλακτού! Όλοι ένιωθαν ευλογημένοι που θα μπορούσαν να κρατήσουν τη δύναμη της τύχης τους μέσα σ’ ένα κόκκινο μικρό πανάκι!

Μέρα με τη μέρα όλα άλλαζαν. Με τον ήλιο, πλήθαιναν τα γέλια στους δρόμους, και τις νύχτες, πάνω από όλα τα σπίτια στριμοχνώντουσαν όνειρα κι ελπίδες!!!
Κάποιοι λίγοι περίμεναν ακόμα τον σοφό. Οι περισσότεροι ήταν ικανοποιημένοι με τις αλλαγές στον τόπο τους, και δε χωρούσε η καρτερικότητα για το αύριο στο σήμερα.

Καιρό μετά, ένα μεσημέρι, είδαν να πλησιάζει απο μακριά ο δάσκαλος. Τρέξαν όλοι να προλάβουν μια καλή θέση στην πλατεία. Είχαν ήδη μπροστά τους μια αποκάλυψη! Τον υποδέχτηκαν με σεβασμό, έφεραν μια αναπαυτική καρέκλα να καθίσει, κι ένα «καλωσόρισες» ακουγόταν σ’επανάληψη – όπως η ηχώ. Έκαναν ησυχία ν’ ακούσουν τα λόγια του..
-Έχω γυρίσει αυτή τη σφαίρα τόσες και τόσες φορές... Πιο λαμπρό Βασίλειο – πιστέψτε με- δεν έχω δει! Ευλογημένος τόπος είναι εδώ με τόσα χαμόγελα. Μπράβο σας και πάλι, μπράβο σας. Διψάτε να ακούσετε την αλήθεια και ακολουθήσατε τη συμβουλή μου. Αυτό είναι πραγματικά αξιέπαινο! Θα σας εξομολογηθώ κάτι..δεν υπάρχει καμιά αλήθεια γραμμένη στ’ άστρα! Κάθε αλήθεια, είναι γραμμένη γύρω σας και μέσα σας! Γι’ αυτό σας ζήτησα να καθαρίσετε. Για να μπορέσετε να τις δείτε! Κάτω από τόση σκόνη και βρωμιά, περίμεναν μια καλή ευκαιρία για να σας πλησιάσουν. Τα καταφέρατε μια χαρά! Φαντάζομαι πως τώρα όλοι έχετε και τα υλικά για το φυλαχτό..ήρθε η ώρα να φύγω πάλι...
Δε μίλησε κανείς. Και κανένας δε ρώτησε για το ξόρκι...
Ο δάσκαλος σφύριξε δυνατά. Ο πιστός του βοηθός με τα χαρούμενα μαλλιά τον πλησίασε, και πήραν το δρόμο τους...
(εμένα μου φτάνει μέχρι εδώ..και μου περισσεύει! ;-)

κάπως έτσι γίνεται..

Υπήρχε κάποτε, σ’ένα πολύ πολύ πολύ βρώμικο Βασίλειο (από κάθε άποψη), ένα πλάσμα πληθωρικά ευχάριστο και περίεργο. Κανένας δε γνώριζε την καταγωγή του. Έμοιαζε κορίτσι, σκεφτόταν-και όταν κάποιες φορές μιλούσε- σαν αγόρι, αγαπούσε σαν λουδούδι, και η όρεξη του συναγωνιζόταν την κούραση. Είχε πολλά και χαρούμενα μαλλιά, και γινόταν αντιληπτό τις περισσότερες φορές από τα παιδικά μάτια που τα μαγνήτιζε η ασυνήθιστη φόρμα του. Μερικοί έλεγαν μάλιστα, πως ήταν μεγάλη τύχη να το συναντήσεις στο δρόμο σου! Μια τρίχα από αυτό το πολύχρωμο κουβάρι , κι ένα χαμόγελο του άν έκλεβες, με ξόρκι μαγικό από δυο λέξεις μονάχα, έφτιαχνες φυλαχτό καλύτερο κι από λαγοπόδαρο ή κοκκαλάκι νυχτερίδας! Κυκλοφορούσε ελεύθερο, με το ρυθμό του, με τη δική του μουσική στο κεφάλι του.. Δε χοροπηδούσε, μα ούτε και σερνόταν. Με τον καιρό, είχε αποκτήσει της ιδιότητες του χαμαιλέωντα και τις χελώνας (αρχικά προσαρμοζόταν στο περιβάλλον, και μετά, χανόταν μέσα στο μαλλιαρό του κεφάλι) για να προστατεύεται.

Έτυχε κάποια μέρα να φτάσει στα μέρη εκείνα, σοφός δάσκαλος από μακριά, κι όλοι έτρεξαν για να ακούσουν τις σπουδαίες του κουβέντες. Μαζεύτηκε κόσμος στην πλατεία, από κάθε γωνιά της πόλης, (για κάποιους φυσικά, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαρία να πουλήσουν και τις πραμάτιες τους), και καθισμένοι , αφού ησύχασαν μασουλόντας τα καλαμπόκια τους, είχε φτάσει η στιγμή να ακούσουν τον μεγάλο του λόγο.. Κάποιος έπρεπε να αρχίσει... κάποιος έπρεπε να μιλήσει.. κανείς... σιωπή.. Κοιταζόντουσαν μεταξύ τους, και κανείς δεν καταλάβαινε τι γινόταν.. Όλοι περίμεναν.. κι ο δάσκαλος περίμενε.. Δεν είχαν την παραμικρή ερώτηση! Είχαν απαντήσεις, λύσεις, εξηγήσεις, αλλά δεν είχαν ούτε μισή ερώτηση! Ώσπου κάποια στιγμή, η σιωπή έσπασε σε χιλιάδες μικρά κομματάκια! Μια φωνή εύθραστη, που κανένας δεν είχε ξανακούσει, βγήκε μπροστά με ενθουσιασμό:
- Καλωσόρισες!!!
Με γουρλωμένα μάτια, και έκφραση έντονης απορίας, στριφογύριζαν τα κεφάλια τους αριστερά-δεξιά καθώς ψαχνόντουσαν μεταξύ τους. Έψαχναν με το βλέμμα τους, να δούνε από πού ακούστηκε αυτή η καθαρή λέξη με την τόσο μεγάλη λαχτάρα. Στην πλατεία που έμοιαζε με λίμνη, κάπου στην άκρη της, ομόκεντροι κύκλοι άρχιζαν να ανοίγουν σιγά-σιγά, ο ένας δίπλα στον άλλο – όπως όταν πετάς μια πετρούλα στο νερό – και να αποκαλύπτουν τον υπεύθυνο της ταραχής. Προς έκπληξη όλων, το πλάσμα με τα χαρούμενα μαλλιά, είχε φτάσει μέχρι εκεί για να συναντήσει τον σοφό. Τον πλησίασε, κι αγκαλιάστηκαν λές και γνωριζόντουσαν απο πάντα. Εκείνο, του έκανε νόημα να σκύψει για να του μιλήσει εμπιστευτικά. Του μιλούσε για κανένα πεντάλεπτο. Αυτός , κουνούσε το κεφάλι του σε ένδειξη κατανόησης και χάϊδευε τα γένια του με μια έκφραση ικανοποίησης. Στο τέλος, λίγο γέλασε και συμφώνησε. Είχε δίκιο..(μέσα στην ταραχή, η τριχόμπαλα, πρόλαβε να κρυφτεί..)

-Δεν έχω να σας πώ πολλά αυτή τη φορά. Για να σκεφτώ αν θα ξαναφέρω τη σοφία μου στον τόπο σας, θα πρέπει να καθαρίσετε το παλάτι, τους δρόμους, τα σπίτια σας, τα ρούχα σας, τα χέρια σας, τα μυαλά σας και τις καρδιές σας. Και τότε θα σας εμπιστευτώ, αλήθειες που είναι γραμμένες στ’ άστρα!

Μάζεψε την περήφανη παρουσία του, έγινε ταπεινά μικρός, και αποχώρησε από την πλατεία..
Όσοι είχαν μαζευτεί εκεί, τά ‘χασαν! Τί του είχε πεί? Γιατί δε μίλησε σ’αυτούς? Ποιές αλήθειες είναι γραμμένες στ’άστρα και δεν τις βλέπουν? Και πάνω απ’ όλα, γιατί να τα καθαρίσουν όλα αυτά??

Για να μη καθυστερούμε στην ιστορία μας (επειδή προβλέπεται happy end), μαζί μ’ένα τσουβάλι ερωτήσεις που έριξε ο σοφός στα πόδια τους, έσπειρε στου καθένα το μυαλό την περιέργεια και φύτρωσε το πείσμα! Το πείσμα με τη σειρά του, καρποφόρησε, κι έγινε σ’άλλους δύναμη, σε κάποιους ιδέα και σε λίγους έμπνευση.

Μια μανία τους έπιασε όλους να καθαρίζουν τα πάντα! Σκούπες και σαπούνια, επιστρατεύτηκαν στον αγώνα! Σε λίγο καιρό τα πάντα έλαμπαν!!Το Βασίλειο γυάλιζε από χιλιόμετρα μακριά! Όλα έμοιαζαν να είναι καθαρά. Αλλά ο σοφός, πουθενά.. Είχαν αρχίσει να απογοητεύονται..

(«..τα μυαλά σας και τις καρδιές σας..» αυτό πάλι πώς γίνεται???)

Πάνω που είχαν αρχίσει να αμφισβητούν τη “σοφία του σοφού”, έγινε κάτι που κανείς δεν το περίμενε. Το πλάσμα αυτό που για χρόνια θεωρούσαν ακατάδεκτο και φοβισμένο, κυκλοφορούσε στους δρόμους, έμπαινε στα καφενεία, τρύπωνε στα σπίτια και άφηνε –δήθεν- όλους να κλέψουν μια τρίχα από τα χαρούμενα μαλλιά του! Τους αποζημείωνε και μ’ ένα χαμόγελο για την αναστάτωση, κι έτσι, βρέθηκαν όλοι να έχουν τα συστατικά του φυλακτού! Όλοι ένιωθαν ευλογημένοι που θα μπορούσαν να κρατήσουν τη δύναμη της τύχης τους μέσα σ’ ένα κόκκινο μικρό πανάκι!

Μέρα με τη μέρα όλα άλλαζαν. Με τον ήλιο, πλήθαιναν τα γέλια στους δρόμους, και τις νύχτες, πάνω από όλα τα σπίτια στριμοχνώντουσαν όνειρα κι ελπίδες!!!
Κάποιοι λίγοι περίμεναν ακόμα τον σοφό. Οι περισσότεροι ήταν ικανοποιημένοι με τις αλλαγές στον τόπο τους, και δε χωρούσε η καρτερικότητα για το αύριο στο σήμερα.

Καιρό μετά, ένα μεσημέρι, είδαν να πλησιάζει απο μακριά ο δάσκαλος. Τρέξαν όλοι να προλάβουν μια καλή θέση στην πλατεία. Είχαν ήδη μπροστά τους μια αποκάλυψη! Τον υποδέχτηκαν με σεβασμό, έφεραν μια αναπαυτική καρέκλα να καθίσει, κι ένα «καλωσόρισες» ακουγόταν σ’επανάληψη – όπως η ηχώ. Έκαναν ησυχία ν’ ακούσουν τα λόγια του..
-Έχω γυρίσει αυτή τη σφαίρα τόσες και τόσες φορές... Πιο λαμπρό Βασίλειο – πιστέψτε με- δεν έχω δει! Ευλογημένος τόπος είναι εδώ με τόσα χαμόγελα. Μπράβο σας και πάλι, μπράβο σας. Διψάτε να ακούσετε την αλήθεια και ακολουθήσατε τη συμβουλή μου. Αυτό είναι πραγματικά αξιέπαινο! Θα σας εξομολογηθώ κάτι..δεν υπάρχει καμιά αλήθεια γραμμένη στ’ άστρα! Κάθε αλήθεια, είναι γραμμένη γύρω σας και μέσα σας! Γι’ αυτό σας ζήτησα να καθαρίσετε. Για να μπορέσετε να τις δείτε! Κάτω από τόση σκόνη και βρωμιά, περίμεναν μια καλή ευκαιρία για να σας πλησιάσουν. Τα καταφέρατε μια χαρά! Φαντάζομαι πως τώρα όλοι έχετε και τα υλικά για το φυλαχτό..ήρθε η ώρα να φύγω πάλι...
Δε μίλησε κανείς. Και κανένας δε ρώτησε για το ξόρκι...
Ο δάσκαλος σφύριξε δυνατά. Ο πιστός του βοηθός με τα χαρούμενα μαλλιά τον πλησίασε, και πήραν το δρόμο τους...
(εμένα μου φτάνει μέχρι εδώ..και μου περισσεύει! ;-)

24(-3) to whom it may concern..





Σε παρακαλώ..

(ξέρω πως έχεις πολλά μηνύματα στο inbox σου.. αλλά διάβασε και το δικό μου.. είναι ειλικρινείς και τίμιες οι λέξεις μου.. )
θέλω να έχεις καλά τη μαμά μου, για να μου δίνει δύναμη, να μου μαγειρεύει που και που, να με χαρτζιλικώνει χωρίς γκρίνια στα 35 μου, να μου τηλεφωνεί κάθε μια ώρα, και να μη βλέπει την παραμικρή μου ρυτίδα.. να την έχεις καλά λοιπόν, γιατι είναι ο θησαυρός μου (αν μπορείς να με καταλάβεις..)..τον μπαμπά μου να τον προσέχεις, γιατι μεγάλωσε, και το κατάλαβα μόλις πρίν δύο εβδομάδες, όταν έπαψε πια να είναι «το παιδί» κάποιου άλλου...να έχεις καλά τον Νικόλα μου γιατι είναι ο αδερφός μου (και μάλλον δεν μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει για μένα...), την αγαπημένη του οικογένεια ..αυτά τα χαμόγελα που σβήνουν το «χάλια» από το μυαλό μου, και ζωγραφίζουν με κηρομπογιές ήλιους και πεταλούδες..να προσέχεις τον αγαπημένο μου και να του δίνεις αυτή την διαφάνεια, που με δροσίζει.. να τους έχεις όλους καλά.. ξέρεις εσύ... μπορείς και διαβάζεις την καρδιά μου, έτσι δεν είναι?? Απόψε δε θα βρείς τίποτα άλλο, παρα μόνο αγαπημένα πρόσωπα και λέξεις ..γύρω της, και μέσα της. Θέλω να με αφήσεις να αγαπάω πάντα, όπως απόψε..πλήρως και αγνά.

Δεν έχω μάθει να ζητάω βοήθεια. Κι όσες φορές το τόλμησα, ήταν αργά. Σήμερα όμως, το πήρα απόφαση. Θα σου απλώσω το χέρι, θα με κοιτάξεις στα μάτια, και πρίν προλάβω να βάλω τα κλάματα, θα έχεις κατάλαβει πόση ανάγκη έχω να κρατηθώ από κάπου.. Τόση, που θέλω να μιλήσω κατευθείαν σε σένα..μέσα μου.

Σε παρακαλώ, βοήθησέ με να μπορώ ν’αγαπάω.

Αμήν
(η αγάπη είναι το αντίδοτο στο φοβό)

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Stop Making Sense..

24(-2)

Ξεκίνησα να γράφω πως : κοιμάμαι κάπως περίεργα τελευταία..
Αλλά η αλήθεια είναι πως: ξυπνάω περίεργα τελευταία..(..ίσως ούτε κι αυτό μπορώ να υποστηρίξω, αφού αυτό το «περίεργα» κυκλοφορεί μέσα μου με την ίδια άνεση της εισπνοής , εδώ και αρκετά χρόνια.)
Οικογενειακή χασαποταβέρνα με θολή τζαμαρία και επένδυση από ξύλο, ξυλόσομπα και μωσαϊκό στο πάτωμα. Ένας κομψότατος γύφτος με την αρκούδα του – σε μέγεθος και όψη λούτρινου παιχνιδιού – χωρίς την παραμικρή παράσταση απλώνει το δίσκο. Ένας μεσήλικας λαχειοπώλης κάθεται δίπλα μου με λευκά μαλλιά και χαμηλή φωνή, που όση ώρα μου μιλάει (δε συγκράτησα το θέμα) αισθάνομαι ενοχές γιατι μου αρέσει. Μια βάρκα που χωρούσε εμένα και τις φίλες μου. Είχα την ίδια γεύση περιπέτειας, όπως όταν το καράβι σε πηγαίνει στις καλοκαιρινές σου διακοπές, αλλά ανάποδα! Και εγκατέλειψα λίγο πρίν μπεί στο λιμάνι, εκεί ακριβώς φοβήθηκα! Ο παππούς μου ανεβασμένος σε μια σκάλα να αρνείται πεισματικά να κατέβει. Δε θυμάμαι αν τελικά τον πείσαμε. Αυτά μπόρεσα να συγκρατήσω μέχρι τώρα. (Γιατι κάθε λέπτο που περνάει, μικρές ίνες από το διάφανο υλικό αυτό του ονείρου, ξεφτίζουν και χάνονται μέσα στο χρόνο.)

Τί εξήγηση να δώσω? Ποιά ερμηνεία είναι κατάλληλη σε αυτό τον πολύχρωμο πίνακα?
Η σοφή μου μητέρα, ακούει και υπογραμμίζει στο κεφάλι της λέξεις για να ψάξει τον ονειροκρίτη (ονειρο-κριτής για μένα, και μάλιστα αυστηρός, αφού αυτό που ονειρεύεται κάποιος ανάλογα τη διάθεση που έχει πρίν κοιμηθεί, εξαργυρώνεται σε μια πραγματικότητα που έχει προδικάσει το αντίστοιχο λήμμα. Ούτε η λέξη «σκατά» δεν εξαιρείται, κι ας επιμένει να πάρω λαχείο...).

Τα δικά μου συμπεράσματα:
Οικογενειακή χασαποταβέρα: Μια αναδυόμενη θαλπωρή από την παιδική μου ηλικία.

Λαχειοπώλης: Είμαι τυχερή (!) που βιώνω την ενοχική απόλαυση ώριμων συναισθημάτων.

Βάρκα με τις φίλες μου: Οι φιλίες μου αυτή τη φορά έχουν σίγουρο προορισμό. (αν και στο όνειρο λιγοψύχησα, λέω να παραμείνω και να το απολαύσω!)

Ο παππούς: Δεν έχει πολλές μέρες που ο παππούς έφυγε από κοντά μας. Ίσως ήθελε να μου θυμίσει τη διαδρομή του.

(ο γύφτος με την αρκούδα ήταν τρικ! για να με κρατήσει σε αγωνία!)(κι εσένα..)

Nick Cave - Bring it on

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

"Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε"

24(-1)



Σέρνομαι μέχρι την κουζίνα. Τα μάτια μου ακόμα κλειστά, χωρίς καμία απολύτως οργανική αντίδραση στον ήλιο. Μέσα μου νιώθω ήδη εγκαύματα. Έχω ανάγκη από έναν καφέ και μια «καλημέρα» (από το δεύτερο, ακόμα μεγαλύτερη).

Κοιτάζω ένα μάτσο κλειδιά, κρεμασμένα δίπλα από την πόρτα. Κανένα δε μου θυμίζει τίποτα. Γιατί τα έχω? Έχουνε χάσει τη κάθε αξία τους καιρό τώρα.. τόση συσσωρευμένη ανωφέλεια!

Κρεμασμένο στη μπάρα που είναι καρφωμένη στον αριστερό κίτρινο τοίχο, ένα μεταλλικό τρύπιο καλάθι, γεμάτο ληγμένα παυσίπονα και συμπληρώματα δια(σ)τροφής. Φοβάμαι να τα αποχωριστώ και τα δυο. Και μόνο το κουτί που βλέπω να υπάρχει, με καθησυχάζει μέχρι να πονέσω και να καταλάβω πόσο αβοήθητη τελικά είμαι.

Πιάτα και ποτήρια έχουν ξεχειλίσει από το μαρμάρινο νεροχύτη, και περιμένουν καρτερικά να τα αγγίξω. Φτάνω από πάνω τους και τα κοιτάζω απαξιοτικά, κι αυτά σε αντίποινα νομίζω πως ζευγαρώνουν μεταξύ τους και πολλαπλασιάζονται.

(σε μια προσπάθεια να ενσωματώσω το πνεύμα μου στο «τώρα», αφήνω τα μάτια μου ελεύθερα να κάνουν μια βόλτα στον ακάλυπτο. Η ίδια σκηνή: Μια γυναίκα –όχι γνωστή μου, μα ούτε πια και άγνωστη μετά από τόσες μπουγάδες – απλώνει ευλαβικά πετσετάκια, κυλότες και μπλούζες, με την ίδια έκφραση στο πρόσωπό της, φορώντας τις ίδιες παντόφλες. Στο δικό της μπαλκόνι, το «τώρα» μου, μοιάζει με το ενοχλητικό γι’αυτήν περιστέρι. Έχει οχυρώσει τη μιζέρια της με κρεμασμένα cd’s και σακούλες, κι έχει στερήσει από τα καθαρά της τσιμέντα την παραμικρή υποψία ψίχουλου που τυχόν να προσέλκυε κάποιον ιπτάμενο εισβολέα. Δεν έχω λόγο να πετάξω μέχρι εκεί..

Σε ένα άλλο σπίτι, κάπου απέναντι – έτσι τουλάχιστον νομίζω, με την κατεύθυνση του ήχου δεν ήμουν ποτέ σίγουρη – η κουζίνα δεν κρατάει πλέον τα μυστικά του. Με τον ήχο της βρύσης και του πιάτου που έσπασε, από τις φωνές και το κλάμα, αν και σε άγνωστη γλώσσα από τη δική μου, μου μαρτύρησε πως για επιδόρπιο δεν είχαν χαμόγελα..)

Σκέτος ο καφές μου, πικρίζει και λίγο. Ίσως στην επόμενη απόπειρα συμφιλίωσης με το χρόνο, κάτι να έχει αλλάξει.

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

..so fuckin' special!!!




-Καλύτερα να σβήσεις αυτά που έγραψες σήμερα...Πω πω ρε φιλενάδα!!! Πολύ άρνηση !!!!
-Μα αφού αυτά είχα στο κεφάλι μου...αυτά ήθελα να γράψω!
-Ναι, γράψτα, αλλά κράτησέ τα για σένα!!! Σβήστο σου λέω!
Σε καμία περίπτωση δεν ακολουθώ οδηγίες, αλλά η συμβουλή της με προβλημάτισε. Μήπως τελικά θα έπρεπε να το είχα κρατήσει για μένα? Ξέρω πως ανησύχησε διαβάζοντας αποτυπωμένη την αποκρουστικά άσχημη ψυχολογία μου, και ένιωσα σήμερα (για πολλοστή φορα) την αγάπη της να μεταμορφώνεται σε φροντίδα, τόσο όμορφη κι αληθινή! Όπως πραγματικά είναι μια φιλία.. Τηλέφωνα, μηνήματα κι ενδιαφέρον, όλα σε αφθονία. Με τον τρόπο της, γύρισε τον διακόπτη. Γρήγορα κι αποτελεσματικά. Χωρίς να κάνει κάτι, έγινε η ανατροπή. Βρήκα μια γωνιά να σταθώ ακίνητη και να παρατηρήσω τις κινήσεις μέσα στο χάος μου.. λίγο χρόνο θέλω μόνο τώρα. Κι όλα θα πάνε καλά..
Πήρα κι ένα μύνημα χτες . Από έναν άνθρωπο που δε ξέρω αν μπορώ να του δώσω κάποια ιδιότητα. Όλα αυτά τα χρόνια, φίλος μου δεν είναι, κοντά μου δεν είναι, μαζί μου δεν είναι, αλλά είναι τόσο έντονα τα γράμματα όταν λέω το όνομά του. Περίεργα κι εύθραυστα, ισορροπώ πλέον μεταξύ συμπάθειας και ανταγωνισμού. Καμία εμπάθεια! Αγαπώ αυτό που νιώθω όταν κάνει ταξίδια το μυαλό μου στην παιδική μου ηλικία, κι αισθάνομαι πολύ καλύτερα που μπορώ πλέον να πλησιάζω τρυφερά με κατανόηση το είδωλο μου, χωρίς να χρειάζεται να κρύβομαι από το «είμαι» μου. Ανταγωνισμός όχι μεταξύ μας. Μόνο μέσα μου. Να καταφέρω να με δεί, έξω από τον άξονα των συμπτώσεων, πέρα από το «επομένως» των περιστάσεων. Να αποκτήσω ΚΑΙ εγώ υπόσταση και διάρκεια – μικρή, το ξέρω- πέρα από τον ήχο του ονόματός μου. Να υπάρξω μόνη μου, αυτοτελής κι ενήλικη πλέον στις κινούμενες εικόνες της αλήθειας του. Και να πάψω να αισθάνομαι σαν την επίπεδη φιγούρα στο οπισθόφυλλο της κοριτσίστικης εμμονής μου..
Μου έκανε καλό. Χωρίς να το υποψιαστεί, μου έστειλε το παυσίπονο που χρειαζόμουν, τα ηρεμιστικά και τις βιταμίνες της κουρασμένης μου διάθεσης, με μόνο δυο λέξεις. Μίλησε σπαθί, κι επιτέλους ένιωσα να λύνεται ο κόμπος μέσα μου.
Νά σαι καλά.

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Δεν έχει τίτλο. Δέν έχει τίποτα.

















(Μπορεί κάποιος να γυρίσει αυτό το διακόπτη??)


Στερείται ταυτότητας κι αισιοδοξίας αυτή η γραφή. (13 λέξεις σε 25 λέπτα.. αυτό κατάφερα να βγάλω από μέσα μου. Και δάκρυα...πολύ κλάμα!!! )
Τον φοβόμουν τον Φεβρουάριο, από τον Νοέμβριο.. ήξερα πως θα είναι δύσκολος..δεν είχα φανταστεί το πόσο. Κι ενώ νομίζεις πως έχεις κρυφτεί τόσο καλά από τα προβλήματά σου, στην πιο απίθανη γωνία της ελπίδας, έρχονται πανύψηλα και σκοτεινά και ψιθυρίζουν γαργαλόντας το αυτί της συνείδησής σου, λίγο πιο πάνω από τον ώμο σου «εδώ είμαι..».
Άμισθη, 4 χρόνια τώρα, στο κυνήγι του θυσαυρού και τη διακριτική βοήθεια των δικών μου ανθρώπων, με μικρά διαλείματα συνέπειας. Το κεφάλι μου βρίσκεται σε ένα σεισμό έντασης και διάρκειας ανάλογης ενός big bang, και η λογική μου δεν έχει από κάπου να πιαστεί.. αιωρείται.
Γράφω, γιατι τις τελευταίες μέρες με ακολουθεί ένας ενοχλητικός πονός. Ήρθε και προσπαθεί να βολευτεί στο κρανίο μου, μαζί με τα από καιρό συσσωρευμένα προβλήματά μου. Σπρώχνει αδιάκριτα (σαν τη χοντρή κυρία στο λεωφορείο) να περάσει μπροστά . Θέλει προτεραιότητα. Πατάει και προσπερνάει, δημιουργώντας αναστάτωση και αντιπάθειες. Ασφυκτικά στριμωγμένα όλα. Σ’ ένα λεωφορείο που ο οδηγός ακόμα δεν έχει μπεί...
(Δεν έχω να μοιραστώ πολλά. Εδώ και καιρό. Όχι γιατι δεν έχω, αλλά γιατι δε μου αρέσει να μοιράζομαι προβληματικές σκέψεις και ανάπηρες προτάσεις. Και τις ευθύνες μου ακόμα, θέλω να τις νιώθω δικές μου και μόνο. Ο χρόνος που ξεκίνησε εδώ κι ενάμιση μήνα, μου πάει τόσο κόντρα.. Μου έχει επιβάλλει να κοιμάμαι και να ξυπνάω παρέα με την Ανασφάλεια και το Άγχος-καθόλου καλοί παρτενέρς , πίστεψέ με.. Και το χειρότερο απ’όλα είναι πως ενώ το εχω ξαναδεί το έργο αυτό να παίζεται, με happy-end,αντί να κρατήσω λίγη ελπίδα,νομίζω πως αυτή τη φορά η ταινία θα κοπεί λίγο πρίν το τέλος, και θα μοντάρουνε πλάνα του Freddy να με κυνηγάει! Φ-Ο-Β-Α-Μ-Α-Ι! Και φοβάμαι να φοβάμαι... ).