Υπήρχε κάποτε, σ’ένα πολύ πολύ πολύ βρώμικο Βασίλειο (από κάθε άποψη), ένα πλάσμα πληθωρικά ευχάριστο και περίεργο. Κανένας δε γνώριζε την καταγωγή του. Έμοιαζε κορίτσι, σκεφτόταν-και όταν κάποιες φορές μιλούσε- σαν αγόρι, αγαπούσε σαν λουδούδι, και η όρεξη του συναγωνιζόταν την κούραση. Είχε πολλά και χαρούμενα μαλλιά, και γινόταν αντιληπτό τις περισσότερες φορές από τα παιδικά μάτια που τα μαγνήτιζε η ασυνήθιστη φόρμα του. Μερικοί έλεγαν μάλιστα, πως ήταν μεγάλη τύχη να το συναντήσεις στο δρόμο σου! Μια τρίχα από αυτό το πολύχρωμο κουβάρι , κι ένα χαμόγελο του άν έκλεβες, με ξόρκι μαγικό από δυο λέξεις μονάχα, έφτιαχνες φυλαχτό καλύτερο κι από λαγοπόδαρο ή κοκκαλάκι νυχτερίδας! Κυκλοφορούσε ελεύθερο, με το ρυθμό του, με τη δική του μουσική στο κεφάλι του.. Δε χοροπηδούσε, μα ούτε και σερνόταν. Με τον καιρό, είχε αποκτήσει της ιδιότητες του χαμαιλέωντα και τις χελώνας (αρχικά προσαρμοζόταν στο περιβάλλον, και μετά, χανόταν μέσα στο μαλλιαρό του κεφάλι) για να προστατεύεται.
Έτυχε κάποια μέρα να φτάσει στα μέρη εκείνα, σοφός δάσκαλος από μακριά, κι όλοι έτρεξαν για να ακούσουν τις σπουδαίες του κουβέντες. Μαζεύτηκε κόσμος στην πλατεία, από κάθε γωνιά της πόλης, (για κάποιους φυσικά, ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαρία να πουλήσουν και τις πραμάτιες τους), και καθισμένοι , αφού ησύχασαν μασουλόντας τα καλαμπόκια τους, είχε φτάσει η στιγμή να ακούσουν τον μεγάλο του λόγο.. Κάποιος έπρεπε να αρχίσει... κάποιος έπρεπε να μιλήσει.. κανείς... σιωπή.. Κοιταζόντουσαν μεταξύ τους, και κανείς δεν καταλάβαινε τι γινόταν.. Όλοι περίμεναν.. κι ο δάσκαλος περίμενε.. Δεν είχαν την παραμικρή ερώτηση! Είχαν απαντήσεις, λύσεις, εξηγήσεις, αλλά δεν είχαν ούτε μισή ερώτηση! Ώσπου κάποια στιγμή, η σιωπή έσπασε σε χιλιάδες μικρά κομματάκια! Μια φωνή εύθραστη, που κανένας δεν είχε ξανακούσει, βγήκε μπροστά με ενθουσιασμό:
- Καλωσόρισες!!!
Με γουρλωμένα μάτια, και έκφραση έντονης απορίας, στριφογύριζαν τα κεφάλια τους αριστερά-δεξιά καθώς ψαχνόντουσαν μεταξύ τους. Έψαχναν με το βλέμμα τους, να δούνε από πού ακούστηκε αυτή η καθαρή λέξη με την τόσο μεγάλη λαχτάρα. Στην πλατεία που έμοιαζε με λίμνη, κάπου στην άκρη της, ομόκεντροι κύκλοι άρχιζαν να ανοίγουν σιγά-σιγά, ο ένας δίπλα στον άλλο – όπως όταν πετάς μια πετρούλα στο νερό – και να αποκαλύπτουν τον υπεύθυνο της ταραχής. Προς έκπληξη όλων, το πλάσμα με τα χαρούμενα μαλλιά, είχε φτάσει μέχρι εκεί για να συναντήσει τον σοφό. Τον πλησίασε, κι αγκαλιάστηκαν λές και γνωριζόντουσαν απο πάντα. Εκείνο, του έκανε νόημα να σκύψει για να του μιλήσει εμπιστευτικά. Του μιλούσε για κανένα πεντάλεπτο. Αυτός , κουνούσε το κεφάλι του σε ένδειξη κατανόησης και χάϊδευε τα γένια του με μια έκφραση ικανοποίησης. Στο τέλος, λίγο γέλασε και συμφώνησε. Είχε δίκιο..(μέσα στην ταραχή, η τριχόμπαλα, πρόλαβε να κρυφτεί..)
-Δεν έχω να σας πώ πολλά αυτή τη φορά. Για να σκεφτώ αν θα ξαναφέρω τη σοφία μου στον τόπο σας, θα πρέπει να καθαρίσετε το παλάτι, τους δρόμους, τα σπίτια σας, τα ρούχα σας, τα χέρια σας, τα μυαλά σας και τις καρδιές σας. Και τότε θα σας εμπιστευτώ, αλήθειες που είναι γραμμένες στ’ άστρα!
Μάζεψε την περήφανη παρουσία του, έγινε ταπεινά μικρός, και αποχώρησε από την πλατεία..
Όσοι είχαν μαζευτεί εκεί, τά ‘χασαν! Τί του είχε πεί? Γιατί δε μίλησε σ’αυτούς? Ποιές αλήθειες είναι γραμμένες στ’άστρα και δεν τις βλέπουν? Και πάνω απ’ όλα, γιατί να τα καθαρίσουν όλα αυτά??
Για να μη καθυστερούμε στην ιστορία μας (επειδή προβλέπεται happy end), μαζί μ’ένα τσουβάλι ερωτήσεις που έριξε ο σοφός στα πόδια τους, έσπειρε στου καθένα το μυαλό την περιέργεια και φύτρωσε το πείσμα! Το πείσμα με τη σειρά του, καρποφόρησε, κι έγινε σ’άλλους δύναμη, σε κάποιους ιδέα και σε λίγους έμπνευση.
Μια μανία τους έπιασε όλους να καθαρίζουν τα πάντα! Σκούπες και σαπούνια, επιστρατεύτηκαν στον αγώνα! Σε λίγο καιρό τα πάντα έλαμπαν!!Το Βασίλειο γυάλιζε από χιλιόμετρα μακριά! Όλα έμοιαζαν να είναι καθαρά. Αλλά ο σοφός, πουθενά.. Είχαν αρχίσει να απογοητεύονται..
(«..τα μυαλά σας και τις καρδιές σας..» αυτό πάλι πώς γίνεται???)
Πάνω που είχαν αρχίσει να αμφισβητούν τη “σοφία του σοφού”, έγινε κάτι που κανείς δεν το περίμενε. Το πλάσμα αυτό που για χρόνια θεωρούσαν ακατάδεκτο και φοβισμένο, κυκλοφορούσε στους δρόμους, έμπαινε στα καφενεία, τρύπωνε στα σπίτια και άφηνε –δήθεν- όλους να κλέψουν μια τρίχα από τα χαρούμενα μαλλιά του! Τους αποζημείωνε και μ’ ένα χαμόγελο για την αναστάτωση, κι έτσι, βρέθηκαν όλοι να έχουν τα συστατικά του φυλακτού! Όλοι ένιωθαν ευλογημένοι που θα μπορούσαν να κρατήσουν τη δύναμη της τύχης τους μέσα σ’ ένα κόκκινο μικρό πανάκι!
Μέρα με τη μέρα όλα άλλαζαν. Με τον ήλιο, πλήθαιναν τα γέλια στους δρόμους, και τις νύχτες, πάνω από όλα τα σπίτια στριμοχνώντουσαν όνειρα κι ελπίδες!!!
Κάποιοι λίγοι περίμεναν ακόμα τον σοφό. Οι περισσότεροι ήταν ικανοποιημένοι με τις αλλαγές στον τόπο τους, και δε χωρούσε η καρτερικότητα για το αύριο στο σήμερα.
Καιρό μετά, ένα μεσημέρι, είδαν να πλησιάζει απο μακριά ο δάσκαλος. Τρέξαν όλοι να προλάβουν μια καλή θέση στην πλατεία. Είχαν ήδη μπροστά τους μια αποκάλυψη! Τον υποδέχτηκαν με σεβασμό, έφεραν μια αναπαυτική καρέκλα να καθίσει, κι ένα «καλωσόρισες» ακουγόταν σ’επανάληψη – όπως η ηχώ. Έκαναν ησυχία ν’ ακούσουν τα λόγια του..
-Έχω γυρίσει αυτή τη σφαίρα τόσες και τόσες φορές... Πιο λαμπρό Βασίλειο – πιστέψτε με- δεν έχω δει! Ευλογημένος τόπος είναι εδώ με τόσα χαμόγελα. Μπράβο σας και πάλι, μπράβο σας. Διψάτε να ακούσετε την αλήθεια και ακολουθήσατε τη συμβουλή μου. Αυτό είναι πραγματικά αξιέπαινο! Θα σας εξομολογηθώ κάτι..δεν υπάρχει καμιά αλήθεια γραμμένη στ’ άστρα! Κάθε αλήθεια, είναι γραμμένη γύρω σας και μέσα σας! Γι’ αυτό σας ζήτησα να καθαρίσετε. Για να μπορέσετε να τις δείτε! Κάτω από τόση σκόνη και βρωμιά, περίμεναν μια καλή ευκαιρία για να σας πλησιάσουν. Τα καταφέρατε μια χαρά! Φαντάζομαι πως τώρα όλοι έχετε και τα υλικά για το φυλαχτό..ήρθε η ώρα να φύγω πάλι...
Δε μίλησε κανείς. Και κανένας δε ρώτησε για το ξόρκι...
Ο δάσκαλος σφύριξε δυνατά. Ο πιστός του βοηθός με τα χαρούμενα μαλλιά τον πλησίασε, και πήραν το δρόμο τους...
(εμένα μου φτάνει μέχρι εδώ..και μου περισσεύει! ;-)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου